Αντικατοπτρισμός ασέληνης νύχτας που πάντα μέσα μου παλιννοστεί πανσέληνος
Ποιας Έριδος; Μήλο μου κόκκινο... Ποιας συκής; Φύλλο και φτερό...
Ποιος στίχος; Λαξευμένος σε Άμεμπτο μάρμαρο...
Ποιες λέξεις; Ο Έρωτας μας είναι Κλειστός
σε δυο μαύρες συμπληγάδες!
Ωστόσο... στο αδέσποτο αυτό ποίημα
ανοίγουν σαν πόρτες στίχοι συμβόλων:
Όνομα Ελευθερία του Πόθου,
Επίθετο Δώρο Θεού. Του; Ρόδου Αμάραντου
Μακρινή μητέρα, σπιθίσματα έαρος χιλιάδες
σε μια στιγμή αποθέωσης σαν ουσίες Χαράς ,
αναγκαία λήθη Σιωπής απ'όνειρα
μιας Παρθένας Ζωής διφορούμενες λέξεις
Από μηχανής Πουλάκι των Ποιητών,
άσβεστη φωτιά στην Καιόμενη Βάτο
Μισθοφόρος ρέμβη με διάθεση για Ποίημα στο περίακτο δάσος της Ανοιχτής Σχισμής
Τάσος Κάρτας, Επιδείνωση Άστατου Ποιήματος (σμήνος μνήμες πουλιών αεί και νυν μέσα στην Νοσταλγία)